Ατάργατις — Συριακή θεότητα που ταυτιζόταν με τη Γη. Ονομαζόταν επίσης Αταγάνθη ή Αταργάτη. Ο αραμαϊκός τύπος Ταρατά βρίσκεται στο ιερό βιβλίο των Εβραίων Ταλμούδ. Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν Δερκετώ και την ταύτιζαν με την Αφροδίτη. Αντιστοιχούσε … Dictionary of Greek
АТАРГАТИС — (греч.Άτάργάτις), Деркето (греч.Δερκετώ), Атарате (арам. t r t ), в западносемитской мифологии богиня плодородия и благополучия, супруга Хаддада (см. Балу); одна из наиболее почитаемых в эллинистическо римское время богинь арамейского пантеона.… … Энциклопедия мифологии
СИРИЙСКАЯ БОГИНЯ — • Syrĭa dea, Συρία θεός, которой поклонялись особенно в Гиераполе. Она называлась, как полагают, Атаргатис (Άτάργατις) и была, вероятно, тождественна с Деркетис. Культ ее, похожий на культ фригийской богини Кибелы, получил особенное… … Реальный словарь классических древностей
σύριος — (I) α, ο / σύριος, ία, ον, ΝΜΑ [Συρία] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Συρία ή αυτός που προέρχεται ή κατάγεται από τη Συρία, συριακός αρχ. φρ. «Συρία θεός» θεότητα που λατρευόταν στην Ιεράπολη τής Συρίας ως μητέρα όλων τών έμψυχων όντων… … Dictionary of Greek